- φατνιίτιδα
- η(ιατρ.), φλεγμονή του φατνίου (βλ. λ.) που παρουσιάζεται μερικές φορές από μόλυνση μετά την εξαγωγή δοντιού.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.